Η Ιστορία της Σάμου

Υπάρχουν ενδείξεις ότι στη Σάμο κατοικούσαν άνθρωποι τουλάχιστον απ’ την 3η χιλιετία π.Χ., όμως η ιστορία του νησιού αρχίζει τον 6ο π.Χ. αιώνα την ονομαστή εποχή του Πολυκράτη [2][3].

 

Κατά την Αρχαιότητα

Ο ρόλος της Σάμου στην αρχαιότητα ήταν πολύ σημαντικός, τόσο στην Ιωνία όσο και σε ολόκληρη την αρχαία Ελλάδα.

Κατά την περίοδο του Πολυκράτη η Σάμος έγινε το κέντρο του Ιωνικού Πολιτισμού. Κατασκευάστηκαν πολύ σπουδαία έργα και μνημεία όπως, το Ευπαλίνειο όρυγμα (ΥΠΕΡΣΥΝΔΕΣΗ : σήραγγα μήκους 1036 μέτρων κοντά στο Πυθαγόρειο της Σάμου, για να χρησιμεύσει σαν υδραγωγείο. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ήταν ότι ανοίχθηκε ταυτόχρονα και από τις δυο πλευρές του βουνού και οι δυο σήραγγες συναντήθηκαν περίπου στο μέσον με αξιοθαύμαστη ακρίβεια, κάτι που ήταν σημαντικό επίτευγμα για τα τεχνολογικά δεδομένα της εποχής. Τμήμα του ορύγματος είναι σήμερα επισκέψιμο), ο ναός της Θεάς Ήρας (ΥΠΕΡΣΥΝΔΕΣΗ: Ο Ναός της Ήρας βρίσκεται 3 χιλιόμετρα δυτικά από το Πυθαγόρειο και είναι ένας από τους ποιο σπουδαίους σε ολόκληρη την Ελλάδα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Unesco έχει ανακηρύξει το Ηραίον ως έναν από τους πιο σημαντικότερους Θησαυρούς της Παγκόσμιας κληρονομιάς. Τα σημαντικότερα μνημεία στον χώρο είναι τα παρακάτω:

α) Ο Ναός της Ήρας:
Ο ναός έχε κτιστεί και αναστηλωθεί πολλές φορές, αλλά ουδέποτε είχε ολοκληρωθεί η οικοδόμησή του. Οι αρχαιολόγοι μελετητές του χώρου διακρίνουν τέσσερις φάσεις που ξεκινούν γύρω στο 800 με 750 π.χ. ο Εκατόμπεδος Ι, περίπου 33 μέτρα μήκος και αργότερα τον 7ο π.χ. αιώνα ο Εκατόμπεδος ΙΙ, που ήταν αρκετά απλοί στην κατασκευή ναοί και οι δυο κατασκευασμένοι από πλίνθους με πέτρινη θεμελίωση και ξύλινα δοκάρια που στήριζαν την επίσης ξύλινη οροφή. Ο πρώτος μνημειώδης ναός κτίστηκε γύρω στο 570 έως 560 π.χ. από τον περίφημο Σάμιο Αρχιτέκτονα Ροίκο που σύμφωνα με την παράδοση εφεύρε έναν ειδικό τόρνο για να επεξεργαστεί τους τεράστιους κίονες του ναού. Αυτός ο ναός κατέρρευσε, πιθανόν από πυρκαγιά και ξανακτίστηκε από τον γιο του Ροίκου, τον επίσης διάσημο αρχιτέκτονα Θεόδωρο κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης του νησιού από τον τύραννο Πολυκράτη γύρω στο 530 π.χ.   Ο τελευταίος αυτός ναός ήταν ένας από τους μεγαλύτερους ναούς στην Ελλάδα και είχε 155 κίονες ιωνικού ρυθμού. Σήμερα μόνο ένας διατηρείται στην θέση του και στο μισό περίπου ύψος, ανάμεσα στα υπόλοιπα ερείπια που προσδιορίζουν τις διαστάσεις του γιγαντιαίου ναού σε 108,63 μέτρα μήκος και 55,16 μέτρα πλάτος. Ο Ηρόδοτος θεωρούσε το Ναό της Ήρας τον μεγαλύτερο και επιβλητικότερο ναό στην Ελλάδα της εποχής του.

β) Ο Μεγάλος Βωμός
Ο βωμός κατείχε το ίδιο μέρος από την απαρχή της λειτουργίας του στα χρόνια της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, οπότε ήταν μια απλούστατη μικρή κατασκευή με υλικά από παλαιότερα γκρεμισμένα κτίσματα, αλλά από το 560 π.χ. αποκτά μνημειακό χαρακτήρα με πλούσια διακόσμηση στους τοίχους και ζωοφόρο με σφίγγες και διάφορα ζώα. Ο βωμός ξανακτίστηκε κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους από μάρμαρο (1-2ος μ.Χ. αιώνας).

γ) Η Ιερά Οδός
Η Ιερά Οδός εξασφάλιζε την κύρια πρόσβαση από την αρχαία πόλη της Σάμου (δηλαδή το σημερινό Πυθαγόρειο) προς τον ιερό τόπο. Η Ιερά Οδός υπήρχε στις αρχές του 6ου π.χ. αιώνα, ίσως και νωρίτερα. Σπουδαία αναθηματικά αντικείμενα βρέθηκαν κατά μήκος της οδού, με σημαντικότερο το Σύνταγμα του Γενέλεω, που τώρα φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Σάμου, όπως και κολοσσιαίοι Kούροι, ένας εκ των οποίων εκτίθεται στο ίδιο Μουσείο της Σάμου.), ανάκτορα και θέατρα.

Ιδρύθηκε βιβλιοθήκη από τον Πολυκράτη στην οποία φιλοξενήθηκαν αξιόλογα έργα. Η αυλή της βιβλιοθήκης είχε μετατραπεί σε πνευματικό κέντρο όπου φιλοξενούνταν κορυφαίες προσωπικότητες της διανόησης.

Πολύ γνωστός ήταν και ο στρατός που δημιούργησε ο Πολυκράτης καθώς και ο στόλος ο οποίος αποτελούνταν από τα ταχύτατα πλοία Σάμαινες (ΥΠΕΡΣΥΝΔΕΣΗ: Το σκάφος που αναφέρεται με το όνομα «Σάμαινα», θεωρείται ότι ήταν μια διήρης πεντηκόντορος με φαρδιά και βαθιά γάστρα και με ιδιόρρυθμο σχήμα στην πλώρη. Το πρωτογενές υλικό για τη μελέτη της μορφής που είχε το σκάφος αποτελείται από παραστάσεις σε νομίσματα, σχηματικά ομοιώματα σκαφών, παραστάσεις σε αγγεία και σύντομες περιγραφές σε γραπτές πηγές. http://www.samaina.edu.gr/).

Ο Ηρόδοτος γράφει ότι τρεις ήταν οι πόλεις που κυριαρχούσαν στη θάλασσα, η Κνωσός του Μίνωα (15ος αιώνας π.χ.), η Σάμος (6ος αιώνας π.χ.) και η Αθήνα (5ος αιώνας π.χ).

Έτσι ο Πολυκράτης είχε καθιερώσει τη Σάμο ως την πρώτη πόλη μεταξύ Ελλήνων και βαρβάρων και ήταν ο πρώτος που προσπάθησε να ενώσει όλους τους Έλληνες κατά των Περσών.

Μετά το θάνατο του Πολυκράτη (522 π.χ.) ακολούθησαν πόλεμοι και η Σάμος έγινε το επίκεντρο των αγώνων μεταξύ Ελλήνων και Περσών.

Την εποχή του Περικλή (το 439 π.χ.) η Σάμος καταστράφηκε από τους Αθηναίους μετά από πολύμηνη πολιορκία [2][3][4].

 

Κατά τον Μεσαίωνα

Κατά τη βυζαντινή περίοδο η Σάμος, όπως και όλα τα νησιά, υπέστη μεγάλες καταστροφές από πολλούς επιδρομείς και πειρατές.

Την εποχή των Σταυροφόρων το νησί πέρασε στους Ενετούς, στη συνέχεια επανήλθε στους Βυζαντινούς και τελικά κατέληξε το 1346 στους Γενουάτες

Λόγω των πολλών πειρατικών επιδρομών, οι κάτοικοι άρχισαν να εγκαταλείπουν το νησί μέχρι που το 1476 την εγκατέλειψαν και οι τελευταίοι μαζί με τους Γενουάτες. Έτσι η Σάμος έμεινε σχεδόν έρημη, με λίγους κατοίκους που ζούσαν στα βουνά [6].

 

Κατά την Τουρκοκρατία

Ο τούρκικος στόλος πέρασε στη Σάμο το 1549 με ναύαρχο τον Κχιλίτς Αλή πασά. Ο πασάς θαυμάζοντας τις ομορφιές του νησιού θέλησε να επανακατοικήσει το νησί. Η «υψηλή πύλη» έδωσε πρωτόγνωρα προνόμια στους νέους κατοίκους, που έπρεπε να είναι Έλληνες και Χριστιανοί Ορθόδοξοι.

Έτσι άρχισε η Σάμος να γεμίζει με νέους κατοίκους οι οποίοι ήρθαν από τα γύρω νησιά, τη Μικρά Ασία και λίγο αργότερα απ’ την Πελοπόννησο και την Κρήτη, δημιουργώντας τα πρώτα χωριά [4].

 

Νεότερη Ιστορία

Το 1821 επαναστάτησε και η Σάμος κατά των Τούρκων και παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες του Τουρκικού στόλου να κατακτήσει το νησί, δεν το κατόρθωσε.

Μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους το 1827, οι τότε δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία) δεν συμπεριέλαβαν τη Σάμο σ’ αυτό, αν και ήταν ελεύθερη.

Το 1834 οι Σαμιώτες αντέδρασαν και οι μεγάλες δυνάμεις της έδωσαν μια μορφή αυτονομίας, Ηγεμονία, και την έθεσαν υπό την προστασία τους, με την υποχρέωση να πληρώνουν φόρο στην Τουρκία.

Το καθεστώς αυτό διατηρήθηκε μέχρι το 1912 όπου και ενώθηκε με την Ελλάδα. Την περίοδο αυτή η Σάμος γνώρισε πολύ μεγάλη οικονομική άνθηση [2][3][5].

 

Προσωπικότητες από τη Σάμο

Πολύ μεγάλο αριθμό διαπρεπών ανδρών και γυναικών, ανέδειξε η Σάμος κατά την αρχαιότητα, σε όλους τους τομείς του πνεύματος, με πρώτο τον Πυθαγόρα, τον μεγαλύτερο φιλόσοφο των αιώνων, τον Αρίσταρχο που πολλούς αιώνες πριν τον Κοπέρνικο διατύπωσε το ηλιοκεντρικό σύστημα κ.α [1].

 

  1. Σταματιάδης, Επ., Σαμιακά, ήτοι ιστορία της νήσου Σάμου από των παναρχαίων χρόνων μέχρι των καθ΄ ημάς, Σάμος 1881-1887.
  2. Λάνδρος, Χ., Η μετεπαναστατική Σάμος σε υποτέλεια, το πρώτο πρωτόκολλο αλληλογραφίας της Ηγεμονίας, 1834-1835, Πνευματικό Ίδρυμα Σάμου “Νικόλαος Δημητρίου”, Αθήνα 2001.
  3. Λάνδρος Χρίστος, Καμάρα Αφροδίτη, Ντόουσον Μαρία – Δήμητρα , Σπυροπούλου Βάσω, «Σάμος», 2005.
  4. Βακιρτζής, Ι. Ιστορία της Ηγεμονίας της Σάμου, 1834-1912, Γ.Α.Κ.-Αρχεία Νομού Σάμου, Αθήνα 2005.
  5. Η πόλη της Σάμου, φυσιογνωμία και εξέλιξη, Πρακτικά Συνεδρίου, Δήμος Σαμίων, Γ.Α.Κ.-Αρχεία Νομού Σάμου, Αθήνα 1998.
  6. Η Σάμος από βυζαντινά χρόνια μέχρι σήμερα, Πρακτικά Συνεδρίου, Τόμος Α’ & Β’, Πνευματικό Ίδρυμα Σάμου “Νικόλαος Δημητρίου”, Αθήνα 1998.